Καλή μου, όταν λαμπάδιασε τ’ ωραίο κορμί σου ως τ’ άστρα,
δε βρέθη Θεός, να σου σταθεί μητ’ άνθρωπος εσένα, μόν κοίταζ’ η μέρα βουβή κ’ η νύχτα αναγελάστρα, γιατί οι ανθρώπων’ ήταν θεριά κ’ έλειπε ο Θεός στα ξένα.
Η ίδια αίσθηση της εφέστιας γλυκιάς ζωής που θεμελιώθηκε επάνω στο εύκρατο κλίμα της ιωνικής γης σε όλη τη διάρκεια της μακραίωνης παρουσίας του μικρασιατικού ελληνισμού μοιάζει να διαπερνά ακόμα την πόλη 30 χρόνια μετά την καταστροφή.
Οι μέρες είναι γλυκές, ο κάματος εύκολος. Συλλογιούμαι την άνοιξη της Σμύρνης. Και, βέβαια, πολύ ανοιξιάτικη είναι τούτη η πολιτεία. Και ο τόπος όλος ολόγυρα.
Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος
Η πόλη που κάηκε
ξαναγεννήθηκε στην άλλη όχθη…
Ένα με το κορμί μας,
κυλάει μες στο αίμα μας.
Κι όταν ονειρευόμαστε,
περιδιαβάζουμε στα περιβόλια της
και σεργιανάμε στις πλατείες.
Η πόλη της Ανατολής
μας κατοικεί
Κι εξήντα τώρα χρόνια
μας δικάζει.
Ω γη της Ιωνίας, σένα αγαπούν ακόμη,
σένα η ψυχές των ενθυμούνται ακόμη.
Σαν ξημερώνει επάνω σου πρωί αυγουστιάτικο
την ατμόσφαιρα σου περνά σφρίγος απ’ την ζωή των·
Κ. Π. Καβάφης
Κάθε φορά που πιάνουμε τραγούδι,
είναι τα λόγια μας σταχτιά
κι η μουσική παράπονο,
σαν πυρκαγιά, που κουβαλάει το μελτέμι.
Η ιστορία μιας πόλης είναι η ιστορία των ερώτων της.
Οι πόλεις αν ζήσουν στη μνήμη μας, θα ζήσουν
με τους έρωτές τους.
Ακόμη κι όταν δεν σκοπεύω να πω λόγια ερωτικά,
ό, τι γράφω για τη Σμύρνη το αφιερώνω σε σένα.
Νετζάτι Τζουμαλί
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ
Με τον άσπρο γιακά και την κορδέλα
Να μπεις απ’ το παράθυρο στη Σμύρνη
Να μου αντιγράψεις τις αντιφεγγιές στην οροφή
Από τα Κυριελέησον και τα Δόξα σοι
Και με λίγο Βοριά λίγο Λεβάντε
Κύμα το κύμα να γυρίσεις πίσω
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ.
Ο. Ελύτης
Είναι μια οχλοβοή αυτή, που φτάνει από μακριά,
που μου φέρνει χαιρετίσματα απ’ τις θάλασσες,
καθώς τα σύννεφα κάτασπρα περνούν από πάνω μου,
αλαργεύω σ΄ εκείνο τον πάμπλουτο τόπο.
Τα βουνά καπνισμένα προσκαλούν κάθε ψυχή,
ένας πρωινός άνεμος φυσάει ακατάπαυστα προς το Αιγαίο,
εκείνη η μεγάλη θάλασσα, η λίμνη των ηρώων
ταξιδεύει στη σκέψη μου, που όλο εκεί τριγυρίζει.
Κι όταν ονειρευόμαστε,
περιδιαβάζουμε στα περιβόλια της
και σεργιανάμε στις πλατείες.
Καλή μου, όταν λαμπάδιασε τ’ ωραίο κορμί σου ως τ’ άστρα,
δε βρέθη Θεός, να σου σταθεί μητ’ άνθρωπος εσένα, μόν κοίταζ’ η μέρα βουβή κ’ η νύχτα αναγελάστρα, γιατί οι ανθρώπων’ ήταν θεριά κ’ έλειπε ο Θεός στα ξένα.
Η ίδια αίσθηση της εφέστιας γλυκιάς ζωής που θεμελιώθηκε επάνω στο εύκρατο κλίμα της ιωνικής γης σε όλη τη διάρκεια της μακραίωνης παρουσίας του μικρασιατικού ελληνισμού μοιάζει να διαπερνά ακόμα την πόλη 30 χρόνια μετά την καταστροφή.
Οι μέρες είναι γλυκές, ο κάματος εύκολος. Συλλογιούμαι την άνοιξη της Σμύρνης. Και, βέβαια, πολύ ανοιξιάτικη είναι τούτη η πολιτεία. Και ο τόπος όλος ολόγυρα.
Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος
Η πόλη που κάηκε
ξαναγεννήθηκε στην άλλη όχθη…