Στο βουνό Νεπιέν της Πάφρας κοντά στο χωριό Οτ Καγιά βρίσκεται η Μονή η Παναγία η Μάγαρα. Λέγονταν και Παχατσάχ Παναγιασί (όνομα τούρκικο που σημαίνει «η Παναγιά που κάνει τον τυφλό να βλέπει»). Σήμερα σε πολλούς είναι γνωστή ως Ματωμένη Σπηλιά.
Το μοναστήρι αποτελούσε θρησκευτικό κέντρο της περιοχής και υπήρξε μαρτυρικός τόπος μιας μεγάλης μάχης, τον Απρίλιο του 1917.
Το σχέδιο στο εξώφυλλο όπως και τα σχέδια στις σελίδες 27,35 και 47 φιλοτεχνήθηκαν για το συγκεκριμένο έργο από τον εκπαιδευτικό καλλιτεχνικών κο Βασίλη Παπαγεωργίου του 1ου Δημοτικού Σχολείου Θρακομακεδόνων.
Το σχέδιο στη σελίδα 6 προέρχεται από τον πίνακα της δημιουργού Ανδριάνας Καραμήτρου που αφορά την γενοκτονία των Ποντίων αποσπάσματα του οποίου έχουν χρησιμοποιηθεί και σελίδες 49,39

Τι συνέβαινε λίγο πριν ξεκινήσει η τραγωδία στο Μοναστήρι Παναγία η Μάγαρα της Οτ Καγιά τον Απρίλιο του 1917
Όσο οι Ρώσοι ήταν φίλοι με τους Έλληνες του Πόντου, εφοδίαζαν τους αντάρτες με όπλα και πυρομαχικά.
Στις 15/28 Δεκεμβρίου 1916 εκδίδεται το διάταγμα που προέβλεπε την εξορία όλων των ανδρών ηλικίας 16-40 ετών και τη μεταφορά των γυναικόπαιδων στο εσωτερικό της χώρας και την υλοποίηση του διατάγματος αυτού αναλαμβάνει από τον Ιανουάριο του 1917 ο νέος στρατιωτικός διοικητής του Πόντου Ραφέτ-πασάς. Η εφαρμογή του ξεκίνησε από την Σαμσούντα και συνεχίστηκε στην Πάφρα.
Ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης επεμβαίνει και ζητά να σταματήσουν οι αντάρτες με τις μάχες τους να δίνουν αφορμές στους Νεότουρκους να εξοντώνουν τους Χριστιανούς. Σταματά έτσι η τροφοδοσία όπλων από τους Ρώσους.
Παρόλο όμως που οι Ρώσοι σταμάτησαν να δίνουν όπλα στους αντάρτες, οι Νεότουρκοι με το Ραφέτ-πασά συνέχιζαν την καταστροφή εναντίων των ανίσχυρων και των ανήμπορων ελληνικών πληθυσμών της Πάφρας και άλλων περιοχών.
Η Ρωσική επανάσταση σταματά κάθε τροφοδοσία όπλων και πυρομαχικών
Τον Οκτώβριο του 1917 ξεσπά και η Ρωσική Επανάσταση και τότε τα όποια όνειρα των ανταρτών για υποστήριξη από τους Ρώσους αρχίζουν να καταρρέουν.
Οι μέχρι τότε φίλοι Ρώσοι από τη μια στιγμή στην άλλη έγιναν οι πιο μισητοί εχθροί και όχι μόνο δε βοήθησαν, αλλά πρόδιδαν και κυνηγούσαν τους Έλληνες του Πόντου. Έτσι οι Έλληνες αντάρτες παρέμεναν στα βουνά χωρίς όπλα και πολεμοφόδια.
Ο Ραφέτ Πασάς στρέφεται με μανία εναντίον και της Πάφρας
Ο Ραφέτ Πασάς, θυμωμένος από την αποτυχία του να υλοποιήσει το διάταγμα στην περιοχή της Σαμψούντας, στρέφεται εναντίον και της Πάφρας όπου και εκεί συναντά σθεναρή αντίσταση και έτσι οι προσπάθειές του δεν είχαν και στην Πάφρα κανένα αποτέλεσμα.
Το Μάρτιο του 1917, οι αντάρτες που έσερναν μαζί τους τα γυναικόπαιδα και άμαχο πληθυσμό, ξέφυγαν από τον κλοιό και ανέβηκαν στα ψηλά βουνά Νεπιέν ή στο Γιούνταγ.



























Οι απανωτές αποτυχίες εκνευρίζουν τον Ραφέτ Πασά
Ο Ραφέτ πασάς, για μέρες ολόκληρες δεν μπορούσε να ηρεμήσει και έψαχνε να βρει τρόπο για να εκδικηθεί για τις σθεναρές αντιστάσεις των ανταρτών.
Μια μαύρη βαρυθυμία πλάκωνε για μέρες το Διοικητήριό του κι ένας φόβος τύλιγε τούς επιτελείς του, ώσπου μια μέρα, κάποια πληροφορία πού πήρε τυχαία, τον έκανε ν’ αλλάξει ξαφνικά τη διάθεσή του και να τρίβει τα χέρια του από χαρά. Ήταν μια πληροφορία που θα του έδινε την αναπάντεχη ευκαιρία για να χορτάσει την αιμοβόρα δίψα του.
Στο Βουνό Νεπιέν
Η πληροφορία ήταν ότι στην περιοχή Οτ Καγιά του δυτικού Νεπιέν, μέσα σε μια σπηλιά που οι Ρωμιοί της περιφέρειας την έλεγαν «της Παναγίας η Μάγαρα» κατέφυγαν για να προστατευθούν 600-700 γυναικόπαιδα και 60-80 αντάρτες, με αρχηγό τον Χατζή-Γιώργη Καραβασίλογλου, και καπετάνιους τον Κωνσταντίνο Δεληογλάνογλου , το Γιώργη Καραβασίλογλου και τον Κωνσταντίνο Ατές.

Στο μοναστήρι συγκεντρώθηκαν οι αντάρτες και τα γυναικόπαιδα γιατί βρισκόταν σαν αετοφωλιά σε μία κορυφή του Νεπιέν. Η είσοδος του μοναστηριού ήταν προσπελάσιμη μόνο από ένα απόκρημνο, στενό και επικίνδυνο μονοπάτι, πάνω στους βράχους, το οποίο δεν μπορεί να το προσπελάσει κάποιος εύκολα.
Χωρίς να χάσει καιρό, ο Ραφέτ Πασάς ειδοποιεί τη στρατιωτική διοίκηση της Πάφρας και δίνει αυστηρή διαταγή στον Μπίμπαση (χιλίαρχο) Μεχμέτ Αλή να αφανίσει οπωσδήποτε και γρήγορα τούς γκιαούρηδες πού τρύπωσαν στην απόκρημνη σπηλιά του βουνού.
Ο Μεχμέτ Αλής καλεί αμέσως στο γραφείο του τον πιο αιμοβόρο Τούρκο υπαξιωματικό της περιοχής, τον Ταλίπ Τσαούς.
Όταν παρουσιάστηκε μπροστά του ο τσαούσης, του είπε για την επίμονη διαταγή τού στρατηγού Ραφέτ πασά, και του δίνει την εντολή να εξοντώσει με κάθε μέσο τούς Ρωμιούς της σπηλιάς και να μην αφήσει Κανένα! Ακόμα και τις γυναίκες, ακόμα και τούς γέρους, ακόμα και τα παιδιά! Συμφώνησαν και στα ανταλλάγματα ότι ο Ταλίπ θα πάρει 500 λίρες και ζήτησε να του ετοιμάσουν την δύναμη του στρατού αφού χαράματα κιόλας θα ξεκινούσε.
1η μέρα 16 Απριλίου 1916 - Ξεκινά το στράτευμα των Τούρκων
Πριν φέξει ακόμα, τα μπουλούκια των Τούρκων, φορτωμένα με τρόφιμα και πυρομαχικά, με κεφαλή τον Ταλίπ Τσαούς, ξεκίνησαν από την πόλη με νταούλια και ζουρνάδες, σα να πήγαιναν σε πανηγύρι.
Όλοι οι Παφρενοί ξύπνησαν από το θόρυβο και βγαίνοντας στα παράθυρα παρακολούθησαν το πέρασμα των ζαπτιέδων και των άταχτων οπλοφόρων που τραβούσαν προς τα έξω.
Από στόμα σε στόμα μαθεύτηκε ό σκοπός της εκστρατείας και οι Έλληνες της πόλης αναρίγησαν ως τα κόκαλα, κλαίγοντας προκαταβολικά τη μοίρα των αδελφών τους πού κατέφυγαν στη σπηλιά της Παναγίας.
Ο Νεοτουρκικός στρατός στρατοπεδεύει στο ομαλό μέρος, χαμηλά από το μοναστήρι
Οι Τούρκοι επιδρομείς, έφτασαν, κατά το μεσημέρι, μπροστά στις απόκρημνες πλαγιές της οροσειράς τού δυτικού Νεπιέν Νταγ. Προχώρησαν, ώσπου βρέθηκαν κάτω από τούς πανύψηλους βράχους. Τα μπουλούκια τού Ταλίπ Τσαούς έζωσαν ολούθε τούς απροσπέλαστους πέτρινους όγκους της Οτ-καγιά και μόλις τους δόθηκε το σύνθημα, άρχισαν να σκαρφαλώνουν με προσοχή προς τη σπηλιά.
Προχωρώντας έριχναν ντουφεκιές στον αέρα και απειλούσαν για να σπάσουν το ηθικό των ανταρτών.
Πίσω από τούς ζαπτιέδες ανηφόριζε ό ίδιος ό Ταλίπ Τσαούς και έδινε διαταγές. Σιμώνοντας αρκετά στη σπηλιά, έκανε χωνί τα χέρια του και φώναξε δυνατά: Γκιαούρηδες, παραδοθείτε ! Είστε χαμένοι
Η απάντηση των Ανταρτών
Η απάντηση ήρθε και ήταν από τον αρχηγό των ανταρτών τον Χατζηγεώργη Καραβασίλογλου, ατές-ατές (φωτιά φωτιά) και μια ομοβροντία ακούγεται, απ’ τη μεριά της σπηλιάς πού έκανε τα βράχια ν’ αντιδονήσουν.
Την ίδια στιγμή δεκάδες τούρκικα κορμιά κύλησαν χτυπημένα στη χαράδρα! Οι υπόλοιποι Τούρκοι καλύφτηκαν πίσω από τις πέτρες και απάντησαν με βροχή από σφαίρες.
Ανταλλάχτηκαν πυκνά πυρά που αχολόγούσαν για ώρα μέσα στα χάη των γκρεμών. Άναψε μια σκληρή μάχη. Οι Τούρκοι δεν κρατήθηκαν για πολύ και άρχισαν να λυγίζουν. Οι αντάρτες βγήκαν από τούς κρυψώνες τους και τούς αποπήραν. Τούς κυνήγησαν στον κατήφορο μέχρι τούς πρόποδες και μετά γύρισαν στις θέσεις τους.

Οι πρώτες αποτυχίες των Τούρκων και
ο εκνευρισμός τους
Ο Ταλίπ Τσαούς φρένιασε και ρίχτηκε πάνω στους ζαπτιέδες (χωροφύλακες) βγάζοντας το μαστίγιο του: Κιοτήδες! Γομάρια! Να σκαρφαλώσετε γρήγορα στα βράχια και να μου φέρετε αμέσως τα κεφάλια αυτών πού τόλμησαν να αντισταθούν!…
Οι σκορπισμένοι και περίτρομοι Τούρκοι συγκεντρώθηκαν και όρμησαν ξανά προς τον ανήφορο. Πυροβολώντας αδιάκοπα, προχώρησαν προς τη σπηλιά. Μα φτάνοντας ως τα μισά τού δρόμου, δέχτηκαν και πάλι βροχή τα πυρά των Ρωμιών, έσπασαν αμέσως και πισωγύρισαν. Πήραν τον κατήφορο πανικόβλητοι. όσο κι αν φώναζε και τούς απειλούσε ό αρχηγός τους από κάτω.
Οι μάταιες επιθέσεις των Τούρκων συνεχίζονται
Τη 2η μέρα 17 Απριλίου 1916 Από τα χαράματα, άρχισαν πάλι τις επιθέσεις και οι έφοδοι κινητοποιώντας όλη τη δύναμή τους οι Τούρκοι. Μα και πάλι οι αποτυχίες διαδέχονταν ή μια την άλλη. Κάθε φορά οι άντρες του Ταλίπ γύριζαν περισσότερο ντροπιασμένοι και τρομαγμένοι. Την 3η μέρα 18 Απριλίου 1916 μπήκε ό ίδιος ο Ταλίπ μπροστά και εξόρμησε προς τη σπηλιά, αλλά το μόνο πράγμα πού κατάφερε να κάνει ήταν να πληγωθεί στον ώμο δύο φορές και να χάσει δεκάδες ζαπτιέδες.
Οι μάταιες επιθέσεις συνεχίστηκαν και την 4η μέρα στις 19 Απριλίου 1916. Τέλος, απελπισμένος ολότελα και τσακισμένος ο Ταλίπ Τσαούς, αναγκάστηκε να βάλει κάτω το κεφάλι και να ζητήσει ενισχύσεις από την Πάφρα.
Η αγανάκτηση του Μεχμέτ Αλή και η απόφαση του να αναλάβει ο ίδιος
Ο Μεχμέτ Αλής, μόλις άκουσε για την αποτυχία του Ταλίπ Τσαούς, αγανάκτησε φοβερά και ανυπόμονος να εκτελέσει τη διαταγή του Ραφέτ πασά, αποφάσισε να αναλάβει ό ίδιος



Για να είναι όμως σίγουρη ή επιτυχία του, πήρε μαζί του από την Πάφρα ένα ολόκληρο σύνταγμα στρατού και τρία ορεινά πυροβόλα.
Μαίνονται οι προσπάθειες των Τούρκων
Την 5η μέρα πια στις 20 Απριλίου 1916 ο Μεχμέτ Αλής φτάνει στα βράχια της Παναγίας και περικυκλώνει την περιοχή σε ακτίνα δύο χιλιομέτρων και δίνει σινιάλο στα πυροβόλα να βαρέσουν με πυκνούς κανονιοβολισμούς τις θέσεις των ανταρτών.
Τα κανόνια βροντολόγησαν και έκαναν τις χαράδρες και τα γκρεμνά να αντιδονήσουν. Οι οβίδες έσκαγαν ολόγυρα στο στόμιο της σπηλιάς και στα κοντινά βράχια και τίναζαν στον αέρα κομμάτια από πέτρες. Οι Τούρκοι στρατιώτες ρίχνονται τότε στον ανήφορο από διάφορα μονοπάτια, με αλαλαγμούς και ντουφεκιές. Κοντά στη σπηλιά, δέχονται τα εύστοχα πυρά των Ρωμιών. Ακολουθεί ένα πανδαιμόνιο από πυροβολισμούς, φωνές και αντίλαλους. Οι Τούρκοι ορμούν κατά πάνω στους Ρωμιούς και μετά΄ από σκληρή και αιματηρή μάχη τριών ωρών, οι Τούρκοι στρατιώτες, λυγίζουν και οπισθοδρομούν κάνοντας τον Μεχμέτ Αλή θηρίο ανήμερο.
Αλλαγή της θέσης της επίθεσης των Τούρκων με τα ίδια όμως άσχημα αποτελέσματα γι’ αυτούς
Την επόμενη, 6η μέρα 21 Απριλίου 1916 επιχείρησε ο Μεχμέτ, δεύτερη επίθεση με χειρότερα όμως αποτελέσματα.
Στη συνέχεια ερεύνησε για πολλή ώρα την περιοχή, καβάλα στο άλογό του και στο τέλος βρήκε την τέλεια θέση για τα κανόνια του. Μια θέση απ’ όπου μπορούσε να σκοπεύει ίσια στο στόμιο της σπηλιάς και διατάζει τους στρατιώτες του να αρχίσουν αμέσως τις βολές.
Τα τρία κανόνια, με τις μπούκες προς το στόχο τους, ξερνούσαν τις σιδερένιες μπάλες τη μια πάνω στην άλλη! Οι κάννες άναψαν και τα στόμια κάπνιζαν αδιάκοπα σαν φουγάρα. Η σπηλιά σφυροκοπιόταν μια ολόκληρη ώρα.
















Πολλά κομμάτια σπασμένων βράχων έφταναν ως το εσωτερικό της σπηλιάς, όπου ήταν κρυμμένα τα γυναικόπαιδα. Στα μεσοδιαστήματα πού σταματούσαν οι βολές, ακούγονταν κλάματα, φωνές και τσιρίγματα. . . .Μετά το γερό σφυροκόπημα, ό Μεχμέτ Αλής διέταξε τους στρατιώτες του να ξεκινήσουν νέα επίθεση: Έτσι έξαλλα τα μουσουλμανικά μπουλούκια σκαρφάλωσαν και πάλι από διάφορες μεριές στους απότομους βράχους και σίμωσαν στη σπηλιά. Οι αντάρτες παρέμεναν στις θέσεις τους χωρίς να αντιδράσουν. Περίμεναν τον εχθρό κρυμμένοι πίσω από τα βράχια. Τα πυρομαχικά τους ήταν τόσο απαραίτητα, όσο και η ίδια η ζωή τους. Όταν οι στρατιώτες έφταναν σε μικρή απόσταση βολής, οι αντάρτες τους θέριζαν με τα πυρά τους. Τούς γκρέμιζαν κάτω από τα βράχια και δεν τούς άφηναν να προχωρήσουν, παρά τις απανωτές εφόδους τους. Σε λίγη ώρα το αίμα έβαψε κόκκινους τούς βράχους και οι χαράδρες γέμισαν πτώματα και πληγωμένους που βογκούσαν.


















Οι Τούρκοι αντιλαμβάνονται το αδύνατο σημείο των Ανταρτών
Παρ’ όλα αυτά ο μπίμπασης Μεχμέτ Αλής δεν παραιτήθηκε από το σκοπό του. Σκεφτόταν με παθιασμένη επιμονή και άγριο πείσμα να δοκιμάσει και άλλα τεχνάσματα για να ξεφορτωθεί τους άπιστους, αλλά δεν κατάφερε τίποτε.
Η μόνη του ελπίδα συλλογιζόταν ήταν να πέσει το φρούριο από μόνο του, να τελειώσουν, δηλαδή, τα βόλια των γκιαούρηδων και να παραδοθούν. Πρόσταξε λοιπόν να συνεχιστεί ή μάχη ως τη νύχτα. Με τη νέα εξόρμηση του, δυστυχώς οι αντάρτες δε μπορούσαν να κρύψουν πια την έλλειψη πυρομαχικών, γεγονός που έδωσε μεγάλη χαρά στον Μεχμέτ και ήταν κάτι που δεν το είχε φανταστεί εξαρχής, γιατί δεν περίμενε να συναντήσει τόσο σθεναρή και παθιασμένη αντίσταση από μια χούφτα αντάρτες.
Πρόσκληση για να παραδοθούν οι Έλληνες
Το απόγευμα, τα απαντητικά πυρά των Ρωμιών αδυνάτισαν ακόμα πιο πολύ κάτι που γέμισε με χαρά και ικανοποίηση το Μεχμέτ Αλή. Ή αιμοβόρα ψυχή του αγαλλιούσε, καθώς σκεφτόταν ότι ή ώρα τού τέλους σίμωνε. Σε λίγο δίνει και τη διαταγή να σταματήσουν οι πυροβολισμοί και στέλνει ένα ντελάλη να καλέσει τούς αντάρτες να παραδοθούν. Μετά από το λάλημά του, μια πολύωρη σιγή απλώθηκε σ’ όλη την έκταση του Οτκάγια. Ο μπίμπασης περίμενε με σίγουρη πεποίθηση για την παράδοση των Ρωμιών και κάθε τόσο ρωτούσε τούς αξιωματικούς του αν ήρθε καμιά είδηση. Εκείνοι πάλι, φοβισμένοι μήπως ξεσπάσει πάνω τους ή οργή του, προσπαθούσαν να τον ηρεμήσουν με διάφορες προβλέψεις ότι δεν είχε μείνει κανένας ζωντανός. Αλλά η ανησυχία του Μεχμέτ ήταν έκδηλη όσο δεν φαίνονταν τα γυναικόπαιδα.
Η άσπρη σημαία της παράδοσης αργούσε να φανεί.
Ωστόσο ή άσπρη σημαία της παράδοσης αργούσε να φανεί. Στο τέλος ό Μεχμέτ Αλής πίστεψε ότι είχαν πεθάνει και πρόσταξε να πάνε δυο – τρεις αξιωματικοί μαζί με το ντελάλη να δουν τι γίνεται εκεί πάνω.
Οι αξιωματικοί προχώρησαν στον ανήφορο, από το μεγάλο ελικωτό μονοπάτι, για να φτάσουν πιο γρήγορα. Ο ντελάλης ακολουθούσε από κοντά. Όταν είχε πλησιάσει στη σπηλιά αρκετά, τον έβαλαν να καλέσει για τελευταία φορά τούς Ρωμιούς να παραδοθούν. Ο ντελάλης υπάκουσε και διαλάλησε να παραδοθούν
Και τότε η απάντηση ήρθε, ήταν και πάλι πυροβολισμοί από τους αντάρτες που τραυμάτισαν τους αξιωματικούς που γλίτωσαν όμως παρά τρίχα.







Η νέα οργή του Μεχμέτ Αλή
Ο Μεχμέτ Αλής με μεγαλύτερη μανία και οργή διατάζει τη συνέχιση των πυροβολισμών και αυτή τη φορά ακόμη πιο ανελέητα και χωρίς διακοπή και διατάζει το στρατό να σκαρφαλώσει και να φτάσει οπωσδήποτε στη σπήλια και τους απείλησε ότι όποιος τολμήσει να γυρίσει πίσω, πριν να κυριευτεί ή σπηλιά, θα αποκεφαλιστεί!
Τα κανόνια τότε βρόντησαν ξανά και γέμισαν βοή και βαριούς κρότους τον αέρα. Οι στρατιώτες χύθηκαν στον ανήφορο και σκαρφάλωσαν και πάλι στα μονοπάτια, μα πιο πάνω οι αντάρτες τούς τσάκισαν. Τα κορμιά των Τούρκων κυλούσαν χτυπημένα και πάλι κατά δεκάδες στα γκρεμνά, μόλο που ή κύρια μάζα προχωρούσε. Κοντά στη σπηλιά άναψε μια θανατερή μάχη σώμα προς σώμα. Άναψαν τα ντουφέκια, άναψαν οι ψυχές, το αίμα κυλούσε σα ρυάκι, μα οι αντάρτες δε λύγιζαν.



Το Τραγικό τέλος
Οι γενναίοι αντάρτες αρνήθηκαν να παραδοθούν, και άρχισε γύρω από τη σπηλιά ένας άγριος αγώνας ζωής και θανάτου. Οι δυνάμεις τους όμως των γενναίων ανταρτών, τους εγκατέλειπαν σιγά σιγά. Το τελευταίο μόνο βόλι το στρέφουν καταπάνω τους για να μην παραδοθούν ζωντανοί στους Τούρκους. Αυτή ήταν και η εντολή του αρχηγού τους Χατζηγεώργη Καραβασίλογλου.Μένουν τελικά βαριά τραυματίες 15-20 αντάρτες και μέσα στη δύνη της μάχης εξαντλούν όλα τους τα βόλια και δεν υπάρχουν περιθώρια για να αυτοκτονήσουν.Τότε ο Αρχικαπετάνιος Χατζηγεώργης σηκώνει το όπλο του, που στην άκρη είχε δεμένο ένα άσπρο μαντήλι ως σημείο παράδοσης και τούτο μόνο και μόνο για να μην φτάσουν οι Τούρκοι στη σπηλιά και ερευνήσουν για τα κρυμμένα γυναικόπαιδα. Όταν οι Τούρκοι πλησιάζουν τη σπηλιά για να συλλάβουν τον γενναίο καπετάνιο αυτός αυτοπυροβολείται και σκοτώνεται.
- Full access to our public library
- Save favorite books
- Interact with authors
Στο βουνό Νεπιέν της Πάφρας κοντά στο χωριό Οτ Καγιά βρίσκεται η Μονή η Παναγία η Μάγαρα. Λέγονταν και Παχατσάχ Παναγιασί (όνομα τούρκικο που σημαίνει «η Παναγιά που κάνει τον τυφλό να βλέπει»). Σήμερα σε πολλούς είναι γνωστή ως Ματωμένη Σπηλιά.
Το μοναστήρι αποτελούσε θρησκευτικό κέντρο της περιοχής και υπήρξε μαρτυρικός τόπος μιας μεγάλης μάχης, τον Απρίλιο του 1917.
Το σχέδιο στο εξώφυλλο όπως και τα σχέδια στις σελίδες 27,35 και 47 φιλοτεχνήθηκαν για το συγκεκριμένο έργο από τον εκπαιδευτικό καλλιτεχνικών κο Βασίλη Παπαγεωργίου του 1ου Δημοτικού Σχολείου Θρακομακεδόνων.
Το σχέδιο στη σελίδα 6 προέρχεται από τον πίνακα της δημιουργού Ανδριάνας Καραμήτρου που αφορά την γενοκτονία των Ποντίων αποσπάσματα του οποίου έχουν χρησιμοποιηθεί και σελίδες 49,39

Τι συνέβαινε λίγο πριν ξεκινήσει η τραγωδία στο Μοναστήρι Παναγία η Μάγαρα της Οτ Καγιά τον Απρίλιο του 1917
Όσο οι Ρώσοι ήταν φίλοι με τους Έλληνες του Πόντου, εφοδίαζαν τους αντάρτες με όπλα και πυρομαχικά.
Στις 15/28 Δεκεμβρίου 1916 εκδίδεται το διάταγμα που προέβλεπε την εξορία όλων των ανδρών ηλικίας 16-40 ετών και τη μεταφορά των γυναικόπαιδων στο εσωτερικό της χώρας και την υλοποίηση του διατάγματος αυτού αναλαμβάνει από τον Ιανουάριο του 1917 ο νέος στρατιωτικός διοικητής του Πόντου Ραφέτ-πασάς. Η εφαρμογή του ξεκίνησε από την Σαμσούντα και συνεχίστηκε στην Πάφρα.
Ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης επεμβαίνει και ζητά να σταματήσουν οι αντάρτες με τις μάχες τους να δίνουν αφορμές στους Νεότουρκους να εξοντώνουν τους Χριστιανούς. Σταματά έτσι η τροφοδοσία όπλων από τους Ρώσους.
Παρόλο όμως που οι Ρώσοι σταμάτησαν να δίνουν όπλα στους αντάρτες, οι Νεότουρκοι με το Ραφέτ-πασά συνέχιζαν την καταστροφή εναντίων των ανίσχυρων και των ανήμπορων ελληνικών πληθυσμών της Πάφρας και άλλων περιοχών.
Η Ρωσική επανάσταση σταματά κάθε τροφοδοσία όπλων και πυρομαχικών
Τον Οκτώβριο του 1917 ξεσπά και η Ρωσική Επανάσταση και τότε τα όποια όνειρα των ανταρτών για υποστήριξη από τους Ρώσους αρχίζουν να καταρρέουν.
Οι μέχρι τότε φίλοι Ρώσοι από τη μια στιγμή στην άλλη έγιναν οι πιο μισητοί εχθροί και όχι μόνο δε βοήθησαν, αλλά πρόδιδαν και κυνηγούσαν τους Έλληνες του Πόντου. Έτσι οι Έλληνες αντάρτες παρέμεναν στα βουνά χωρίς όπλα και πολεμοφόδια.
- < BEGINNING
- END >
-
DOWNLOAD
-
LIKE(1)
-
COMMENT()
-
SHARE
-
SAVE
-
BUY THIS BOOK
(from $10.39+) -
BUY THIS BOOK
(from $10.39+) - DOWNLOAD
- LIKE (1)
- COMMENT ()
- SHARE
- SAVE
- Report
-
BUY
-
LIKE(1)
-
COMMENT()
-
SHARE
- Excessive Violence
- Harassment
- Offensive Pictures
- Spelling & Grammar Errors
- Unfinished
- Other Problem
COMMENTS
Click 'X' to report any negative comments. Thanks!