
Το βιβλίο αυτό αποτελεί αποτέλεσμα μέρους της εργασίας
των μαθητών του σχολείου μας στο πλαίσιο
της πολυμερής σύμπραξης Comenius με θέμα
«Η Ευρώπη ρίχνεται στο Νερό»
Η εργασία παρουσιάζει επιλεγμένους μύθους, θρύλους,
έθιμα και παραδόσεις του λαού μας που σχετίζονται
με το νερό.
Συντονισμός – Επιμέλεια:
Φορτσερά Δέσποινα, Φιλόλογος
This book was created and published on StoryJumper™
©2014 StoryJumper, Inc. All rights reserved.
Publish your own children's book:
www.storyjumper.com





[Έχουν διασωθεί πολλές εκδοχές του μύθου, αλλά η πιο
διαδεδομένη είναι εκείνη του Λατίνου ποιητή Οβίδιου
(3ο βιβλίο των Μεταμορφώσεων , 8 μ.Χ.)]
Ο Νάρκισσος
Ο Νάρκισσος ήταν ένας πολύ όμορφος νέος από τη Βοιωτία,
γιός της νύμφης Λειριώπης και του ποταμού Κηφισού, που
είχε εγκλωβίσει τη νύμφη στα νερά του. Έτσι από το νερό
γεννήθηκε ο Νάρκισσος και στο νερό έμελλε να καταλήξει.
Όταν γεννήθηκε το πανέμορφο αγόρι, η μητέρα του ζήτησε
από τον μάντη Τειρεσία ένα χρησμό για τη ζωή του και ο
μάντης προφήτευσε ότι θα ζούσε πολλά χρόνια, αρκεί να μην
γνώριζε ποτέ τον εαυτό του.


Η Ηχώ
Η Ηχώ ήταν μία από τις Ορειάδες, νύμφες του δάσους
που κατοικούσαν στο όρος Κιθαιρώνας στη Βοιωτία. Η
Ηχώ είχε διδαχθεί από τις Μούσες τραγούδι και μουσική
με αυλό, και ήταν ξακουστή για τη μελωδική φωνή της.
Ο Δίας αγαπούσε πολύ τη συναναστροφή με τις
Ορειάδες Νύμφες και κυρίως με την Ηχώ, με την οποία
είχε πολύωρες συναντήσεις. Όμως η γυναίκα του, η
Ήρα, εξοργίστηκε και από ζήλεια καταράστηκε την
φλύαρη Ηχώ να χάσει τη μελωδική φωνή της. Από
εκείνη τη στιγμή η νεαρή νύμφη μπορούσε μόνο να
επαναλαμβάνει τις τελευταίες λέξεις ενός άλλου
προσώπου.

enter text here

Η συνάντηση
Μια μέρα η Ηχώ είδε μέσα στο δάσος τον ωραίο
Νάρκισσο, ο οποίος είχε βγει για κυνήγι με τους φίλους
του. Μαγεύτηκε από την ομορφιά του κι άρχισε να τον
ακολουθεί ήσυχα. Όσο τον παρακολουθούσε τόσο
περισσότερο γοητευόταν και ήθελε να τον φωνάξει με το
όνομά του, αλλά η κατάρα της Ήρας την εμπόδιζε.
Κάποια στιγμή ο Νάρκισσος είχε απομακρυνθεί από τους
φίλους του και θέλοντας να μάθει αν ήταν κάποιος από
αυτούς κοντά του, ρώτησε: «Είναι κανείς εδώ;». Η
απάντηση που πήρε ήταν τα ίδια λόγια από την Ηχώ. Ο
Νάρκισσος ξαφνιασμένος φώναξε: «Έλα εδώ» και πήρε
πίσω για απάντηση τα ίδια λόγια.


Ακολουθώντας την κατεύθυνση της φωνής έφτασε σ΄
ένα ξέφωτο, αλλά δεν έβλεπε κανέναν. Κατάλαβε,
λοιπόν, ότι αυτός που του μιλούσε προσπαθούσε να
κρυφτεί και φώναξε: «Μην κρύβεσαι, πρέπει να
βρεθούμε». «Πρέπει να βρεθούμε», του απάντησε η
Ηχώ κι έτρεξε εκστασιασμένη προς την αγκαλιά του. Μα
πριν προλάβει να τον αγκαλιάσει, εκείνος την έσπρωξε
μακριά, λέγοντάς της ότι θα προτιμούσε να πεθάνει
παρά να ενωθεί μαζί της. Εκείνη έφυγε ταπεινωμένη και
πληγωμένη, αλλά η αγάπη της για τον Νάρκισσο
παρέμεινε ζωντανή. Ωστόσο περιπλανιόταν στις κοιλάδες
επαναλαμβάνοντας τις φωνές των άλλων.


Η τραγική κατάληξη
Όταν η Νέμεση, η θεά της εκδίκησης, έμαθε το γεγονός,
αποφάσισε να τιμωρήσει τον Νάρκισσο για την αλαζονεία του. Μια
μέρα τον παρέσυρε σε μια λίμνη, κι όταν εκείνος διψασμένος
έσκυψε να πιει νερό, είδε την αντανάκλασή του. Είναι η στιγμή της
αλήθειας του. Χωρίς να συνειδητοποιήσει ότι ήταν το είδωλο του
εαυτού του, το ερωτεύτηκε παράφορα. Προσπαθούσε
εκστασιασμένος να αγγίξει το είδωλο, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Μέσα στην απόλυτη ηρεμία ο Νάρκισσος, μαγεμένος από την
αντανάκλασή του μένει να κοιτάζει εκστασιασμένος το είδωλό του
στη λίμνη. Όταν καταλαβαίνει το ανέφικτο της επιθυμίας του
μαραζώνει και πεθαίνει από την απελπισία του.
Στο σημείο όπου στεκόταν ο Νάρκισσος, φύτρωσε ένα άσπρο
λουλούδι, που φέρει το όνομά του, για να μας θυμίζει πάντα τη
δραματική ιστορία του.


Πίσω από τον μύθο…
Ο μύθος του Νάρκισσου αφηγείται, στην πραγματικότητα, την
τραγωδία της απώλειας του εαυτού μας. Ο Νάρκισσος βλέπει την
αντανάκλασή του στο νερό και ερωτεύεται το ωραίο του
πρόσωπο. Τον εξαπατά η αντανάκλαση της εικόνας του, αφού
δείχνει μόνο το τέλειο, υπέροχο πρόσωπό του, και όχι τον
εσωτερικό του κόσμο, τον πόνο και την ιστορία του. Γοητεύεται
και μένει στο «φαίνεσθαι» και αδιαφορεί για το «είναι».
Ο μύθος μας διδάσκει αυτό από το οποίο πάσχει το άτομο που
χαρακτηρίζουμε ως ναρκισσιστή. Αδυνατεί να κοιτάξει στο
εσωτερικό του και να αγαπήσει τους άλλους. Τους χρησιμοποιεί
για να ενισχύσει τον εαυτό του με το να αντανακλάται στον
άλλον, βλέποντας σ΄ αυτόν τη δική του εικόνα.


Κατά κάποιο τρόπο το άτομο αυτό, όπως και στον μύθο,
είναι ερωτευμένο με τον ίδιο του τον εαυτό και ασχολείται
υπέρμετρα με την εικόνα που δείχνει στους άλλους. Αυτός ο
θαυμασμός και η ενασχόληση με τον ίδιο, δεν αφήνει και
πολύ χρόνο αλλά και χώρο για να ασχοληθεί με τους άλλους
γύρω του και έτσι η ζωή του είναι ουσιαστικά φτωχή όσων
αφορά στις διαπροσωπικές του σχέσεις. Κύριος στόχος μιας
ναρκισσιστικής προσωπικότητας είναι να θαυμάζεται και να
λατρεύεται από τον περίγυρο του.




Το Σούνιο
Το ακρωτήρι Σούνιο, αυτός ο ανυπότακτος βράχος,
σαν πέτρινο καράβι μέσα στη θάλασσα, ταξιδεύει
στο χρόνο γεμάτος μνήμες, άλλοτε θαλασσοφίλητος
άλλοτε σε διαμάχη μαζί της, δεν ξέρεις αν αυτός
εισχωρεί μέσα της ή εκείνη τον πολιορκεί. Ο
ορθόπλωρος βράχος και το κύμα σε μια διαρκή
έριδα και φιλότητα. Μοιάζει να πλέει ανάμεσα στη
θάλασσα και στον ουρανό.


Ο Ναός του Ποσειδώνα
Αν οι Αθηναίοι με τον Παρθενώνα τίμησαν την
Αθηνά, τη μια από τους δύο διεκδικητές της
ονοματοδοσίας της πόλης, στο Σούνιο αφιέρωσαν το
ναό στο δεύτερο διεκδικητή, στον Ποσειδώνα. Δεν
υπήρχε ίσως και καλύτερη θέση απ' αυτήν. Ένας
βράχος ύψους 60 μέτρων πάνω από τη θάλασσα,
στο νοτιότερο σημείο της πόλης, εκεί απ' όπου
περνούν για τελευταία φορά όσοι φεύγουν με πλοίο
απ' την Αθήνα, ή το σημείο που συναντά κανείς
πρώτο όταν πλησιάζει στην Αθήνα.


Ο μύθος του Αιγέα
Ο βασιλιάς της Αθήνας Αιγέας, αποχαιρετώντας τον
γιο του Θησέα, ο οποίος θα ταξίδευε για τη
Μινωική Κρήτη με σκοπό να σκοτώσει τον
Μινώταυρο, συμφώνησε ότι αν έβλεπε κατά την
επιστροφή του στόλου λευκά πανιά, αυτό θα
σήμαινε ότι ο Θησέας γυρίζει νικητής. Αντίθετα, αν
έβλεπε να ανεμίζουν μαύρα πανιά, τότε θα
καταλάβαινε ότι ο Θησέας κατασπαράχθηκε από τον
Μινώταυρο.


Ο Θησέας, ο οποίος είχε νικήσει το Μινώταυρο,
επιστρέφοντας από την Κρήτη με την αγαπημένη του
Αριάδνη, έκανε μια στάση στο νησί της Νάξου κι
εκεί άφησε την Αριάδνη στον Θεό Διόνυσο. Η
Αριάδνη τον καταράστηκε και ξέχασε να αλλάξει τα
πανιά από μαύρα σε άσπρα.
Ο βασιλιάς Αιγέας αγναντεύοντας από το Σούνιο το
πέλαγος είδε το στόλο να επιστρέφει στην Αθήνα με
μαύρα πανιά και συμπέρανε ότι ο γιος του ήταν
νεκρός. Έτσι, έπεσε από τον βράχο στο πέλαγος
και πνίγηκε. Προς τιμήν του το πέλαγος πήρε το
όνομά του και ονομάστηκε Αιγαίο.




Σύμφωνα με την αρχαία Ελληνική Μυθολογία, ο
Αχελώος ήταν μια ποτάμια θεότητα.
Ο Όμηρος τοποθετεί τον Αχελώο πριν από τον
Ωκεανό. Οι θάλασσες, οι πηγές και τα νερά που
πηγάζουν από την γη προέρχονται από αυτόν. Αντίθετα
ο Ησίοδος συγκαταλέγει τον Αχελώο στα παιδιά της
Τηθύος και του Ωκεανού, στις ποτάμιες θεότητες.
Κόρες του ήταν οι Σειρήνες, οι Νύμφες και πολλές
άλλες πηγές (Κασταλία, Καλλιρρόη κλπ).



Ο Αχελώος είχε αρκετές μορφές. Συνήθως
απεικονίζεται από την μέση και κάτω σαν ψάρι,
γενειοφόρος με κέρατα στο κεφάλι του. Άλλες
μορφές του ποτάμιου αυτού θεού ήταν σαν φίδι, σαν
ταύρος και σαν ανθρωπόμορφο ον με κεφάλι ταύρου
που από τα γένια του έτρεχαν πολλά νερά
(ανθρωπομορφίες των όψεων του ποταμού). Το μόνο
βέβαιο είναι πως στις περισσότερες μορφές του ο
Αχελώος ήταν (φάνταζε) ένα άσχημο τέρας.



Γνωστός είναι ο μύθος της πάλης του Αχελώου με
τον Ηρακλή για χάρη της Δηιάνειρας. Ο Ηρακλής,
όταν πήγε στον Άδη συνάντησε τον Μελέαγρο,
αδελφό της Δηιάνειρας και γιο του Οινέα. Αυτός
του ζήτησε σαν χάρη να παντρευτεί την αδελφή
του. Ο ήρωας δεν αθέτησε την υπόσχεση του και
πήγε στην Καλυδώνα όπου βασίλευε ο Οινέας. Εκεί
όμως ένας επίμονος μνηστήρας, ο Αχελώος,
ζητούσε την κόρη του Οινέα παίρνοντας διάφορες
μορφές.



Έγινε μάχη και ο ποτάμιος θεός, παρά τις συνεχείς
μεταμορφώσεις του, έχασε. Τότε ο Ηρακλής του
απέκοψε το δεξί του κέρατο και από το αίμα που
έρρευσε γεννήθηκαν οι Σειρήνες. Ο Αχελώος
ζήτησε πίσω το κέρατο και σε αντάλλαγμα έδωσε
στον Ηρακλή το κέρας της Αμάλθειας που στην
συνέχεια ο ήρωας δώρισε στον Οινέα. Ο ποταμός-
Θεός είχε νικηθεί και ο Ηρακλής νυμφεύθηκε την
Δηιάνειρα.



Βέβαια ο μύθος αυτός και κατά τον Διόδωρο αλλά
και τον Στράβωνα ερμηνεύει τις προσπάθειες των
αρχαίων εκεί κατοίκων να τιθασεύσουν την ορμή
του ποταμού (απέκοψε το δεξί κέρατο =έκλεισε τη
μία εκβολή του ποταμού) περιφράσσοντάς τον με
μεγάλα έργα (μεταμορφώσεις ποταμού) και να τον
μετατρέψουν σε γόνιμο ποταμό (κέρας της
Αμάλθειας).



Αθηνά και Ποσειδώνας
Ο μύθος
Το αρχικό όνομα της Αθήνας ήταν Ακτή ή Ακτική και το
είχε πάρει από τον πρώτο της βασιλιά, Ακταίο. Το
δεύτερο όνομά της, Κεκροπία, είχε προέλθει από τον
βασιλιά Κέκροπα.
Κατά την διάρκεια των χρόνων της βασιλείας του
Κέκροπα, η θεά Αθηνά και ο Ποσειδών συναγωνίσθηκαν
για την προστασία της πόλεως, προσφέροντας δώρα.



Τα δώρα του Ποσειδώνα
Ο θεϊκός Ποσειδώνας, μ’ ένα σαρδόνιο χαμόγελο,
χτύπησε με την αστραφτερή του τρίαινα το Βράχο
και ευθύς ξεπετάχτηκε μία πηγή που ανάβλυζε
δροσερό, γάργαρο …και εντελώς αλμυρό νερό. [Στο
σημείο που χτύπησε υπήρχε μικρή πηγή με την
ονομασία "Ερεχθηίς θάλασσα",στο δυτικό τμήμα του
Ερεχθείου που ήταν αφιερωμένο στον Ποσειδώνα.]

Οι γυναίκες και οι άντρες της πόλης κοιτάχτηκαν
μεταξύ τους με απορία και μετά όλοι μαζί κοίταξαν
τον Ποσειδώνα με «μισό» μάτι… «Αλμυρό νερό»,
«που ξανακούστηκε αλμυρή πηγή», «σίγουρα μας
περιπαίζει ο θεός», μουρμούριζαν μεταξύ τους,
χαμηλόφωνα όμως, γιατί δεν είχαν καμιά διάθεση
να προκαλέσουν το, γνωστό για τον κακότροπο
χαρακτήρα του, θεό…

Ο Ποσειδώνας είχε, όμως, το σκοπό του. Αφού
άφησε να καταλαγιάσει λιγάκι η δυσαρέσκεια, με τη
βροντερή φωνή του ανακοίνωσε ότι χάρη στην
αλμυρή πηγή ως προστάτης της πόλης, θα της έδινε
το όνομα Ποδειδωνία και θα την έκανε
θαλασσοκράτειρα. Μάλιστα, δώρισε στην πόλη κι
ένα πολεμικό άλογο…


Η Κεκροποί άρχισαν λοιπόν να το καλοσκέφτονται… Όχι
ότι είχαν καμία ιδιαίτερη σχέση με τη θάλασσα, μέχρι
τότε, αλλά ήδη είχαν αρχίσει να πέφτουν οι πρώτοι
σπόροι του εμπορίου, οπότε δεν το απέρριψαν ασυζητητί
ως ιδέα…
Στη συνέχεια τα μάτια όλων, γυναικών, ανδρών και
παιδιών στράφηκαν στην Αθηνά, τη θεά της Σοφίας και
περίμεναν με αγωνία το δώρο της…



Η θεά μ’ ένα γλυκό χαμόγελο στα χείλη, ακούμπησε το δόρυ
της απαλά πάνω σ΄ ένα βράχο, απ’ όπου ξεπετάχτηκε μια
φουντωτή, καταπράσινη και ήμερη ελιά, τα κλαδιά της οποίας
έγερναν προς τη γη καθώς ήταν βαρυφορτωμένα με τον
πολύτιμο καρπό τους.
Το σημείο που χτύπησε η Αθηνά είναι και αυτό στο δυτικό
τμήμα του Ερεχθείου, όπου σήμερα υπάρχει μία σύγχρονη
ελιά.
Η ελιά αυτή κατά την αρχαιότητα ονομάζετο "Μορία"(=εκ του
μοίρα, μόρος=όλεθρος, θάνατος για όποιον δεν την
σεβασθεί).


Η Αθηνά πήρε το λόγο και τους μίλησε για το πόσο
χρήσιμο θα τους είναι το δέντρο αυτό στο μέλλον, αφού
θα εξασφάλιζε τη διατροφή, την υγεία και την υγιεινή
τους, αλλά και θα αποτελούσε πηγή πλούτου μέσω της
γεωργίας και του εμπορίου.
Ο μύθος αναφέρει, ότι όλοι οι άνδρες της Αθήνας
ψήφισαν για το δώρο του Ποσειδώνα και όλες οι
γυναίκες για το δώρο της Αθηνάς και επειδή ήταν μια
γυναίκα παραπάνω από τους άνδρες, οι γυναίκες
νίκησαν.


Η πόλη πλέον πήρε και επίσημα το όνομα Αθήνα στη
διάρκεια μια λαμπρής τελετής, την οποία οργάνωσαν οι
Αθηναίοι αφού τραβήχτηκαν τα νερά. Ενώ να
σημειώσουμε ότι, αφού ως γνωστόν τα δώρα δεν
γυρίζουν πίσω, τους έμεινε και η αλμυρή πηγή, και
κατά συνέπεια εκπληρώθηκε και η υπόσχεση του
Ποσειδώνα και στους αιώνες που ακολούθησαν η Αθήνα
έγινε η μεγαλύτερη ναυτική δύναμη του αρχαίου κόσμου.


Από την πρώτη ιερή ελιά της Αθηνάς, γεννήθηκαν άλλες
δώδεκα ελιές τις οποίες οι Αθηναίοι φύτεψαν στις
ισάριθμες πύλες της Ακαδημίας, και με την σειρά τους
από αυτές τις ιερές ελιές, σιγά σιγά δημιουργήθηκαν οι
ιεροί ελαιώνες των Αθηνών. Αιώνες αργότερα οι
Αθηναίοι διαπίστωσαν πως υπήρχαν πια ελαιόδεντρα που
προέρχονταν από την πρώτη ελιά σε όλη την πόλη
διάσπαρτα, αιωνόβια δέντρα τα οποία όρισαν εξίσου ιερά.



Εισαγωγή
1. Αρχαίες δοξασίες μιλάνε για τη δύναμη του
ποταμού και πως για να δαμάσει ο άνθρωπος αυτή
τη δύναμη, η φύση απαιτεί από αυτόν όρους
δικαιοσύνης και ισορροπίας.
2. Τα γεφύρια υπήρξαν πάντα σύμβολο ζεύξης
δύο κόσμων χωρισμένων από τις δυνάμεις της
φύσης. Για να μπορέσει ο άνθρωπος να επέμβει στη
φυσική ισορροπία, να θεμελιώσει ένα γεφύρι και να
κατορθώσει την ένωση αυτών των κόσμων, έπρεπε
να πληρώσει ένα τίμημα.


Ο θρύλος του γεφυριού της Άρτας
Σαράντα πέντε μάστοροι κι εξήντα μαθητάδες
δούλευαν προσπαθώντας να σηκώσουν το γεφύρι
στην Άρτα.Όλοι μέρα χτίζανε κάτω από τον καυτό
ήλιο, μα ο ερχομός της νύχτας τούς γέμιζε με
ανησυχία, γιατί κάθε βράδυ το γεφύρι γκρεμιζόταν.
Έτσι με τον ερχομό της ημέρας έβλεπαν τους
κόπους τους να έχουν πάει χαμένοι.
Η ισορροπία στη φύση δεν είχε ακόμη ικανοποιηθεί.


Κάποια μέρα όμως, καθώς δούλευαν στο γεφύρι,
ένα πουλί πέταξε και στάθηκε απέναντί τους. Τους
μίλησε με ανθρώπινη φωνή και τους είπε πως το
γεφύρι θα στεριώσει μόνο με τη θυσία ενός
ανθρώπου. Και αυτός ο άνθρωπος δεν μπορούσε να
είναι ούτε ξένος ούτε περιπλανώμενος, παρά η
όμορφη γυναίκα του πρωτομάστορα.
Στο άκουσμα αυτής της είδησης ο πρωτομάστορας
λύγισε από τη στενοχώρια του. Γνώριζε όμως και το
βαρύ χρέος που είχε, όταν ανέλαβε το χτίσιμο του
γεφυριού.


Έτσι, με πόνο στην καρδιά δίνει οδηγίες στο πουλί,
να πάει να βρει τη γυναίκα του και να της πει να
κάνει όλες τις συνηθισμένες ετοιμασίες, αλλά να
έρθει να τον βρει όσο πιο αργά μπορεί.
Το πουλί άκουσε το πρόσταγμά του και πέταξε να
βρει τη γυναίκα. Όμως αντί να της πει να αργήσει,
της είπε να βιαστεί και να πάει στο γεφύρι όσο πιο
γρήγορα μπορεί.


Ο πρωτομάστορας είχε το μυαλό του γεμάτο βαριές
σκέψεις, όταν ξαφνιασμένος βλέπει τη γυναίκα του
να έρχεται νωρίτερα απ’ ότι συνήθως σε αντίθεση
με την εντολή του.
Η γυναίκα περπατούσε χαμογελαστή χαιρετώντας
τους μαστόρους, αλλά καθώς πλησίαζε, είδε κάτι
περίεργο στο βλέμμα του άντρα της και απόρησε
ρωτώντας: «γιατί ο πρωτομάστορας είναι τόσο
θλιμμένος;»


Κάποιος της απάντησε πως, τάχα, του έπεσε το δαχτυλίδι
του γάμου τους κάπου μέσα στην 1η καμάρα, αλλά ποιος θα
μπορούσε αλήθεια να μπει μέσα στις στενές πέτρες και να
το βγάλει; Η γυναίκα δηλώνει πρόθυμα πως θα πάει αυτή,
για να το ψάξει.
Ο χρόνος κυλάει βασανιστικά όσο η γυναίκα μπαίνει όλο
και πιο μέσα στα θεμέλια. Ο πρωτομάστορας κοιτάζετε
βουβά με τους άλλους. Δεν πέρασε πολύ και η γυναίκα
φωνάζει να την τραβήξουν έξω, γιατί όσο κι αν έψαξε
δαχτυλίδι δε βρήκε.
Τότε μ’ ένα νόημα πιάνουν οι μάστορες τα μυστριά, πιάνει
κι ο πρωτομάστορας μια μεγάλη πέτρα και είναι όλοι
έτοιμοι να τη χτίσουν.


Εκείνη τη στιγμή, η γυναίκα κατάλαβε το
πεπρωμένο της. Μεγάλη ήταν η οργή της και με
δυνατή φωνή έκλαιγε για την κακή της τύχη: όπως
και οι δύο μεγαλύτερες αδελφές της, η μία για να
γεφυρώσει το Δούναβη και η άλλη τον Ευφράτη,
έτσι κι αυτή η μικρότερη από όλες, τώρα θα
χτιζόταν μέσα στην πέτρα, για να στεριώσει το
γεφύρι της Άρτας.
Και τότε ξεστόμισε βαριά κατάρα: «να τρέμει το
γεφύρι σαν το δέντρο στον αέρα και σαν φύλλα να
πέφτουν οι διαβάτες από πάνω του».


Έντρομοι οι μάστορες κι οι μαθητάδες άκουσαν τα
βαριά λόγια της γυναίκας που αποτελούσαν κακό
τέλος. Μέχρι που κάποιος σπάζοντας τη σιωπή, της
θύμισε πως είχε ακόμα έναν μικρό αδελφό στα
ξένα, που αν τύχαινε να περάσει το γεφύρι, θα
έπεφτε κι αυτός θύμα της κατάρας της.


Κι ενώ οι μάστορες έχτιζαν τις πέτρες γύρω από τη
γυναίκα και λίγο πριν η φωνή της χαθεί μέσα στα
θεμέλια, αυτή φώναξε παίρνοντας πίσω την κατάρα:
«Αν τρέμουν τα’ άγρια βουνά να τρέμει το γεφύρι κι
αν πέφτουν τ’ άγρια πουλιά να πέφτουν οι
διαβάτες,
γιατί έχω αδελφό στην ξενιτιά, μην τύχει και
περάσει».


της Ακροπόλεως

Η πιο γνωστή και σημαντική φυσική πηγή του Ιερού
Βράχου της Ακροπόλεως, η Κλεψύδρα, στη Βόρεια
Κλιτύ, εκτείνεται νότια στη συμβολή μεταξύ του
αρχαίου Περιπάτου και της οδού των Παναθηναίων.
Από τα νεολιθικά ακόμη χρόνια πρόσφερε το άφθονο
νερό της, το οποίο οι κάτοικοί της αντλούσαν από
πηγάδια.


Η αρχαιότερη ονομασία της ήταν Εμπεδώ, από το όνομα της
νύμφης που λατρευόταν στον χώρο. Αργότερα
μετονομάστηκε σε Κλεψύδρα από το γεγονός ότι «έκλεβε»
ένα μέρος των νερών της: τους χειμερινούς μήνες ήταν
γεμάτη νερό, ενώ τους θερινούς μήνες τα νερά αυτά
εξαφανίζονταν (ό,τι δηλ. συνέβαινε και με τον ποταμό
Νείλο). Τα νερά, βέβαια, μεταφέρονταν με μια υπόγεια
φλέβα στο αθηναϊκό λιμάνι του Φαλήρου.
Οι αρχαίοι είχαν αποδώσει θεϊκές ιδιότητες στην πηγή,
λόγω του παραπάνω φαινομένου.
Σήμερα το νερό αναβλύζει γάργαρο, καθώς όχι απλώς
αρκεί για να ποτίζονται τα φυτά γύρω από την πηγή, αλλά
όταν βρέχει, η ποσότητα είναι τόση που το νερό φτάνει ως
την Αρχαία Αγορά.



Ο Αλέξανδρος ο Βασιλιάς, σαν πολέμησε και πήρε όλα τα
βασίλεια του κόσμου και τον έτρεμε όλη η γη κι η
οικουμένη,κάλεσε τους μάγους και τους ρώτησε:
- Πείτε μου εσείς που κατέχετε της μοίρας τα γραμμένα, τι
μπορώ να κάνω για να ζήσω πολλά χρόνια, να χαρώ τον
κόσμο που τον έκανα όλον δικό μου;
- Βασιλιά μου πολυχρονεμένε, η δύναμή σου είναι πολλή μα
όσα έχει γράψει η μοίρα δεν μπορούν να ξεγραφτούν. Ένα
μόνο πράγμα είναι που μπορεί να σε κάνει να χαρείς τα
βασίλεια και τη δόξα σου. Μα είναι δύσκολο, πολύ
δύσκολο.

- Δεν σας ρωτώ αν είναι δύσκολο, μόνο ποιο είναι;
- Ε, τότε Βασιλιά μου, στους ορισμούς σου, είναι το Αθάνατο
νερό που όποιος το πιει, θάνατο δεν φοβάται. Μα όποιος
πάει για να το πάρει, πρέπει να περάσει ανάμεσα από δυο
βουνά που χτυπά το ένα πάνω στο άλλο ασταμάτητα κι ούτε
πουλί πετούμενο δεν προλαβαίνει να περάσει. Άμα περάσεις
τα δυο βουνά, είναι ένας δράκος ακοίμητος και φυλάει το
Αθάνατο νερό. Σκοτώνεις το δράκο και το παίρνεις.
Ευθύς ο Αλέξανδρος προστάζει και του φέρνουνε το άλογό
του το Βουκεφάλα που φτερά δεν είχε και σαν πουλί πέταγε.
Καβαλικεύει και ξεκινά.
Περνά τα δυο βουνά, σκότωσε τον ακοίμητο δράκο και πήρε
το γυαλί που χε το Αθάνατο Νερό.
You've previewed 74 of 113 pages.
To read more:
Click Sign Up (Free)- Full access to our public library
- Save favorite books
- Interact with authors




Το βιβλίο αυτό αποτελεί αποτέλεσμα μέρους της εργασίας
των μαθητών του σχολείου μας στο πλαίσιο
της πολυμερής σύμπραξης Comenius με θέμα
«Η Ευρώπη ρίχνεται στο Νερό»
Η εργασία παρουσιάζει επιλεγμένους μύθους, θρύλους,
έθιμα και παραδόσεις του λαού μας που σχετίζονται
με το νερό.
Συντονισμός – Επιμέλεια:
Φορτσερά Δέσποινα, Φιλόλογος
This book was created and published on StoryJumper™
©2014 StoryJumper, Inc. All rights reserved.
Publish your own children's book:
www.storyjumper.com





[Έχουν διασωθεί πολλές εκδοχές του μύθου, αλλά η πιο
διαδεδομένη είναι εκείνη του Λατίνου ποιητή Οβίδιου
(3ο βιβλίο των Μεταμορφώσεων , 8 μ.Χ.)]
Ο Νάρκισσος
Ο Νάρκισσος ήταν ένας πολύ όμορφος νέος από τη Βοιωτία,
γιός της νύμφης Λειριώπης και του ποταμού Κηφισού, που
είχε εγκλωβίσει τη νύμφη στα νερά του. Έτσι από το νερό
γεννήθηκε ο Νάρκισσος και στο νερό έμελλε να καταλήξει.
Όταν γεννήθηκε το πανέμορφο αγόρι, η μητέρα του ζήτησε
από τον μάντη Τειρεσία ένα χρησμό για τη ζωή του και ο
μάντης προφήτευσε ότι θα ζούσε πολλά χρόνια, αρκεί να μην
γνώριζε ποτέ τον εαυτό του.

- < BEGINNING
- END >
-
DOWNLOAD
-
LIKE(3)
-
COMMENT()
-
SHARE
-
SAVE
- DOWNLOAD
- LIKE (3)
- COMMENT ()
- SHARE
- SAVE
- Report
-
LIKE(3)
-
COMMENT()
-
SHARE
- Excessive Violence
- Harassment
- Offensive Pictures
- Spelling & Grammar Errors
- Unfinished
- Other Problem
COMMENTS
Click 'X' to report any negative comments. Thanks!